Σε επίπεδα κοντά στα χαμηλά της περιόδου του κορωνοϊού, όταν η ζήτηση για βαμβάκι από την κλωστοϋφαντουργία ήταν στο ναδίρ, διαπραγματεύεται η διεθνής τιμή του εκκοκκισμένου προϊόντος. Η μόνη ελπίδα για το ελληνικό βαμβάκι είναι να ξεχωρίσει ως ένα premium προϊόν με ονομασία προέλευσης, χωρίς να εξαρτάται από τις διεθνείς διακυμάνσεις, οι οποίες φαίνεται να παίρνουν μόνιμο καθοδικό χαρακτήρα, λόγω της αύξησης της χρήσης των συνθετικών ινών.
Στις 18 Δεκεμβρίου η τιμή για το εκκοκκισμένο βαμβάκι στον Cotlook Index A, του Χρηματιστηρίου του Λίβερπουλ, έκλεισε στα 78,85 σεντς/λίμπρα, μειωμένος κατά 0,40 σεντς/λίμπρα. Την ίδια ημέρα, η τιμή του σύσπορου βαμβακιού στην πύλη των εκκοκκιστηρίων Πηλέας Agro και Καφαντάρης-Παπακώστας ήταν 0,48 ευρώ/κιλό. Η τιμή στο χωράφι για τα εκκοκκιστήρια Καράμπελας-Μάρκου και Ουσουλτζόγλου ήταν 0,45 ευρώ/κιλό.
Στον συγκριτικό πίνακα του Χρηματιστηρίου Εμπορευμάτων του Σικάγο, όπου αναγράφεται η τιμή των συμβολαίων βαμβακιού την τελευταία πενταετία, το συγκεκριμένο προϊόν διαπραγματεύεται πέριξ των 67-68 δολαρίων/λίμπρα από τις 10 Ιουνίου 2024 μέχρι σήμερα. Το υψηλό έτους ήταν στα 98,186 δολ./λίμπρα στις 26 Φεβρουαρίου και το χαμηλό έτους στα 65,743 δολ./λίμπρα στις 24 Ιουνίου 2024. Το υψηλό πενταετίας ήταν στα 155,31 δολ./λίμπρα στις 25 Απριλίου 2022 και το χαμηλό πενταετίας στα 50,227 δολ./λίμπρα στις 23 Μαρτίου 2020.
Σε μια προσπάθεια να «ξεκολλήσει» το ελληνικό βαμβάκι από την καθοδική κίνηση των διεθνών τιμών, η Διεπαγγελματική Βάμβακος έχει ξεκινήσει ήδη από πέρυσι τη δράση προώθησης του EUCOTTON, δηλαδή την προβολή της ποιότητας και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ευρωπαϊκού βάμβακος, η συντριπτική πλειοψηφία του οποίου παράγεται στην Ελλάδα. Όμως, δεν φτάνει μόνο αυτό. Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της «ΥΧ», εκπρόσωποι του κλάδου επισκέφθηκαν το Μέγαρο Μαξίμου στις 13 Δεκεμβρίου, όπου συναντήθηκαν με τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, με αφορμή τα συνεχιζόμενα προβλήματα σε όλη την παραγωγική αλυσίδα του βαμβακιού. Στη συνάντηση συμμετείχαν ο Ευθύμιος Φωτεινός, πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Βάμβακος, ο Αντώνης Σιάρκος, ως εκπρόσωπος των εκκοκκιστών και ο Δημήτρης Πολύχρονος, ως εκπρόσωπος των κλωστοϋφαντουργών. Ο κ. Φωτεινός ζήτησε από τον κ. Μητσοτάκη να ενισχύσει την προσπάθεια προβολής του ελληνικού βαμβακιού διεθνώς και –αν είναι δυνατόν– να γίνει πρεσβευτής του στις ξένες αγορές.
Στην αγορά, εξάλλου, η μειωμένη τιμή του βαμβακιού δεν είναι το μόνο πρόβλημα. Άλλωστε, θεωρητικά, οι εκκοκκιστές σε μια χρονιά σαν και τη φετινή, δεν θα έπρεπε να έχουν σημαντικό πρόβλημα στην εύρεση φτηνής πρώτης ύλης. Όμως, ο κλάδος έχει ήδη υποστεί πλήγμα, με τα τρία εκκοκκιστήρια της Επίλεκτος ΑΕ να λειτουργούν προβληματικά και την εταιρεία να βρίσκεται σε φάση αναδιάρθρωσης, καθώς παρά τρίχα απέφυγε την πτώχευση.
Μετά την αναστολή της διαπραγμάτευσης της μετοχής στο Χρηματιστήριο Αθηνών, λόγω των οικονομικών προβλημάτων, συνεκλήθη Γενική Συνέλευση στις 4 Δεκεμβρίου, όπου αποφασίστηκε η μη λύση της εταιρείας και η αλλαγή στη διοίκηση. Έτσι, οι Απόστολος και Ευριπίδης Δοντάς περιορίστηκαν στον ρόλο του μη εκτελεστικού μέλους. Πρόεδρος του ΔΣ και διευθύνων σύμβουλος ορίστηκε ο Ανδρέας Ματσαγκάνης, αγνώστων λοιπών στοιχείων, με αντιπρόεδρο τον δικηγόρο Γρηγόριο Μπιτσικώκο.
Σε κάθε περίπτωση, το βέβαιο είναι ότι από την τοπική οικονομία περιοχών που εξαρτώνται από τη βαμβακοκαλλιέργεια, όπως Θεσσαλία, Σέρρες και Βοιωτία, θα λείψουν φέτος αρκετά έσοδα. Πιο συγκεκριμένα, με έναν πρώτο υπολογισμό που έκανε ο δημοσιογράφος και αντιπρόεδρος –πλέον– του ΕΛΓΑ, Γιάννης Κολλάτος, στο βαμβάκι φέτος «είχαμε μια μείωση της τάξης του 20% στην τιμή και 30% στις στρεμματικές αποδόσεις.
Με περίπου 800.000 στρέμματα που καλλιεργήθηκαν το 2024 στον θεσσαλικό κάμπο, τα περίπου 280 κιλά ανά στρέμμα με τιμή 46 λεπτά το κιλό δίνουν μια μέση πρόσοδο της τάξης των 130 ευρώ ανά στρέμμα, δηλαδή λίγο πάνω από 100 εκατ. ευρώ συνολικά στη Θεσσαλία (130 x 800.000 στρ.). Πέρυσι, τα αντίστοιχα ποσά υπερέβαιναν τα 330 κιλά ανά στρέμμα και η τιμή τα 55 λεπτά, άρα το ποσό έφτανε στα 140 εκατ. ευρώ. Συνεπώς, μόνο από το βαμβάκι λείπουν περίπου 40 εκατ. ευρώ».